Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

Ο Επίκουρος ήταν Αθηναίος

 Βιογραφία (από βικιπαίδεια)

Θέλεις να είσαι ευτυχισµένος; Φυσικά και θέλεις! Τότε, τι σ’ εµποδίζει; Η ευτυχία σου εξαρτάται από σένα ολοκληρωτικά! Να τι µάς έχει αποκαλύψει η παρουσία ενός ανθρώπου που πέρασε τη γαλήνια ζωή του ανάµεσα σε φίλους και µε το προσωπικό του παράδειγµα και τη διδασκαλία του µάς έδειξε το µονοπάτι για τη λύτρωση από τη δυστυχία. Τον έλεγαν Επίκουρο.

Ο Επίκουρος ήταν Αθηναίος φιλόσοφος από τον δήµο του Γαργηττού, γιος του Νεοκλή και της Χαιρεστράτης, γεννήθηκε κατά την 109-4 Ολυµπιάδα (341 π.x.) στη Σάµο όπου οι γονείς του είχαν µεταβεί ως κληρούχοι, την 107-1 Ολυµπιάδα (352 π.x.). Εκεί στη Σάµο άρχισε µε την µελέτη των συγγραµµάτων των προγενέστερων φιλοσόφων, του Αναξαγόρα και του Αρχέλαου. ∆άσκαλοί του ήταν οι Πλατωνικοί Πάµφιλος στη Σάµο και Ξενοκράτης στην Αθήνα, και ο ∆ηµοκρίτειος Ναυσιφάνης, ο οποίος τον µύησε στη ατοµική θεωρία του ∆ηµόκριτου.

      Στα 18 του πήγε την Αθήνα για να εγγραφεί στο ληξιαρχείο και να υπηρετήσει τη θητεία του. Η παραμονή του εκεί συνέπεσε με το θάνατο του Μεγ. Αλεξάνδρου και την έναρξη μια μακράς περιόδου ταραχών που ταλαιπώρησαν την Ελλάδα. Στην Αθήνα, όπου έµεινε µερικά χρόνια, πρέπει να παρακολούθησε τις παραδόσεις του Ξενοκράτη που δίδασκε στην Ακαδηµία.

      Στη συνέχεια πήγε στην Κολοφώνα να συναντήσει τους γονείς του, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τη Σάµο, µαζί µε όλους τους Αθηναίους κληρούχους, από τον Περδίκκα. Από την Κολοφώνα πήγε στη Μυτιλήνη, σε ηλικία 32 ετών, όπου εµφανίστηκε για πρώτη φορά ως δάσκαλος της φιλοσοφίας. Στη Μυτιλήνη δεν έμεινε αρκετά. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει σύντομα την πόλη υπό την απειλή της συντηρητικής διοίκησης.

      Μετέβη στη Λάμψακο, όπου κυριαρχούσαν οι δημοκρατικοί και βρήκε πρόσφορο έδαφος. Δεν γνωρίζουµε τι ακριβώς δίδαξε, αλλά φανταζόµαστε ότι θα δοκίµαζε σιγά σιγά αυτά που αργότερα αποτέλεσαν τις βάσεις τις φιλοσοφίας του. Γνωρίζουµε όµως το πιο βασικό για την ίδια του την ζωή και ίσως και για τον τρόπο που αντιλήφθηκε την φιλοσοφία: απέκτησε καλούς φίλους και πιστούς µαθητές, οι οποίοι τον ακολούθησαν και φιλοσόφησαν μαζί του σε όλη τους τη ζωή. Και έτσι φαίνεται να αντιλήφθηκε από τότε ότι µια κοινότητα φίλων φιλοσόφων αποτελεί µία µοναδική ευκαιρία για να ζήσει κάποιος δίκαια, ευχάριστα και ευτυχισµένα.

      Κατά την 118-3 Ολυµπιάδα (306) ο Επίκουρος σε ηλικία 36 ετών, μαζί με τους φίλους του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, αγόρασε ένα µικρό κήπο αντί των 80 µνων, όπως µας αναφέρει ο ∆ιογένης Λαέρτιος, µεταξύ της πόλης και της Ακαδηµίας. Εκεί ίδρυσε σχολή και δίδαξε το δικό του φιλοσοφικό σύστηµα. Η σχολή ονοµάστηκε Κήπος. Μέσα σε µικρό χρονικό διάστηµα ο Κήπος του Επίκουρου απέκτησε µεγάλη φήµη, µε αποτέλεσµα οι οπαδοί της φιλοσοφίας του να αποκαλούνται «οι εκ του Κήπου». Στην εξάπλωση της Επικούρειας διδασκαλίας από τη µια συνετέλεσε η αγάπη του Επίκουρου προς τους µαθητές του και ο µειλίχιος χαρακτήρας του, και από την άλλη το πρακτικό πνεύµα της ηθικής του διδασκαλίας, που αποτελούσε όαση στη γεµάτη φαινόµενα διαφθοράς ταραγµένη ελληνική κοινωνία, µετά το θάνατο του Μεγ. Αλεξάνδρου και τις πολεµικές διαµάχες των διαδόχων του.

      Ο Κήπος είχε προσεκτικά σχεδιασµένο πρόγραµµα διαπαιδαγώγησης αλλά και δηµόσιας προβολής του για την προσέλκυση µαθητών. Όσοι αποδέχονταν την επικούρεια διδασκαλία ενθαρρύνονταν να δηλώνουν δηµόσια την ταυτότητά τους ως επικούρειων, να χτίζουν φιλίες µεταξύ τους, να τιµούν και να έχουν ως πρότυπα τους ιδρυτές του Κήπου, και να παίρνουν µέρος στις ιδιαίτερες γιορτές του.

      Μία µοναδικότητα του Κήπου ήταν το ότι απέφυγε κάθε συνεταιριστική ή κοινοβιακή µορφή οργάνωσης. Νοµικά µιλώντας, ο Κήπος ήταν ένας σύνδεσµος δασκάλων και αντιγραφέων χειρογράφων που δούλευαν µες στο σπίτι του Επίκουρου, και ενισχυόταν οικονοµικά από τη διδασκαλία, τις πωλήσεις βιβλίων και τις εθελοντικές συνεισφορές. ∆εν υπήρχε κοινοκτηµοσύνη µεταξύ των επικούρειων ούτε και υποχρεωτική καταβολή χρηµάτων στους «καθηγεµόνες» του Κήπου από µέρους των µαθητών, πράγµα που είχε ως ευχάριστο αποτέλεσµα, από τη µια να αποκτούν αυθεντικό κύρος οι δάσκαλοι, κι από την άλλη να µην υπάρχουν φατριασµοί και προστριβές εξ αιτίας των χρηµάτων. Η µακραίωνη διάρκεια και σταθερότητα του επικούρειου κινήµατος χρωστά πολλά στο οργανωτικό ταλέντο του Επίκουρου, που ευθύς εξ αρχής αποµάκρυνε τα γενεσιουργά αίτια της αυταρχικότητας και των εσωτερικών συγκρούσεων στις επικούρειες κοινότητες, και καθιέρωσε ένα αποτελεσµατικό modus vivendi στις σχέσεις του Κήπου µε τους µη επικούρειους.

    Μέσα από ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Επίκουρος έγινε πασίγνωστος για τις φιλίες του και τη συνήθως φιλελεύθερη στάση του, που επέτρεπε ακόµα και σε γυναίκες (µεταξύ των οποίων και η εταίρα Λεόντιον, που έγραψε µια διατριβή κατά του αριστοτελικού Θεόφραστου) και σε δούλους να συµµετέχουν στο στενό του κύκλο, σε τρανταχτή αντίθεση µε την ελιτίστικη κατεύθυνση της πλατωνικής Ακαδηµίας και του αριστοτελικού Λυκείου.

    Στον Κήπο επιτρέπονταν να εισέλθουν και να παρακολουθήσουν µαθήµατα οι πάντες, δηλαδή άνθρωποι κάθε ηλικίας, οποιασδήποτε κοινωνικής θέσης (ακόµα και δούλοι), κάθε οικονοµικής κατάστασης ή µόρφωσης, και ανεξαρτήτως φύλου. Τη γυναίκα παρ’ όλη τη χαµηλή της θέση στην αθηναϊκή κοινωνία, ο Επίκουρος την τίµησε µέσα στον Κήπο. Μαζί µε άνδρες φιλοσοφούσαν και αρκετές γυναίκες. Αυτό µάλιστα αποτελεί αποκλειστική πρωτοτυπία του Κήπου. Ο Επίκουρος ήταν ο πρώτος που είδε τη γυναίκα ισότιµα µε τον άνδρα. Θα λέγαμε µάλιστα ότι ο Αθηναίος φιλόσοφος είναι γνωστός στις πλατιές µάζες για την ισότητα των δύο φύλων, καθώς και για τα ανθρώπινα δικαιώµατα. Για την στάση του αυτή όµως, όπως ήταν φυσικό, κατηγορήθηκε.

      Ο βιογράφος του Επίκουρου ∆ιογένης Λαέρτιος για να αποδείξει την ακεραιότητα και την αρετή του παραθέτει τις παρακάτω αποδείξεις: Πρώτον ότι η πατρίδα του αναγνώρισε τις ευεργεσίες του και τον τίµησε µε χάλκινους ανδριάντες, και δεύτερον ότι το πλήθος των µαθητών του ήταν τεράστιο, και όσοι έρχονταν σ’ αυτόν έµεναν γοητευµένοι και δεν τον πρόδιδαν ποτέ. Αφού δίδαξε στους µαθητές του και τους φίλους του ο Επίκουρος επί 36 χρόνια στον Κήπο, πέθανε στην Αθήνα κατά την 127-3 Ολυµπιάδα (το 270 π.x.), σε ηλικία 71 ετών µετά από αφόρητους πόνους, τους οποίους υπέµενε επί δεκατέσσερις ηµέρες µε µεγάλη καρτερία.

      Ο Επίκουρος χώριζε τη φιλοσοφία του σε τρία µέρη α) Κανονική ή περί κριτηρίου (θεωρία της γνώσης), β) Φυσική (υλιστική φιλοσοφία), γ) Ηθική (τρόπος ζωής). Την κανονική ή λογική φιλοσοφία, που την θεωρούσε επιστήµη της γνώσης, συνήθως την δίδασκε µαζί µε τη φυσική. Τα κατέτασσε µάλιστα µ’ αυτή τη σειρά, έτσι ώστε η λογική να χρησιµεύει ως εισαγωγή στη φυσική και στη συνέχεια οι δύο αυτές να βοηθούν στην κατανόηση της ηθικής, που ήταν και η κύρια διδασκαλία.

    Το ύψιστο αγαθό για τον Επίκουρο είναι ίδια η ζωή, η ζωή πάνω στη γη, γιατί άλλη δεν υπάρχει. Η ευτυχισµένη ζωή θεµέλιο της οποίας είναι η γαλήνη της ψυχής, η αταραξία, όπως έλεγε, και η µετρηµένη απόλαυση των αγαθών

      Ο Επίκουρος στήριξε τη Φυσική του στον ∆ηµόκριτο (ατοµική θεωρία). Θεµελιώδεις αρχές της επικούρειας φυσικής είναι ότι τίποτε δεν δηµιουργείται από το τίποτα ("Ουδέν γίγνεται εκ του µη όντος"), καθώς και ότι κανένα πράγµα κατά τη διάλυσή του δεν καταλήγει στην πλήρη ανυπαρξία (αρχή της διατήρησης της ύλης).

      Στόχος της διδασκαλίας του Επίκουρου ήταν να χαρίσει στους ανθρώπους µια καινούργια ελευθερία, όχι πολιτική ή κοινωνική, αλλά ατοµική ελευθερία. ∆ηλαδή, να τους απελευθερώσει από τους φόβους και τις ανησυχίες τους να τους κάνει αυτάρκεις και ικανούς να κατακτήσουν την ψυχική γαλήνη. Σκοπός του Βίου είναι η «Ηδονή», και η αποφυγή του πόνου (άλγος). Κύριο µέσο για την επίτευξη του ευδαίμονος βίου (ευζωία), θεωρείται η Φρόνηση (πρακτική σοφία), η οποία εγγυάται τήρηση των ορίων ακόμη και στην απόλαυση και τη σωστή επιλογή όσων θα προτιμήσουμε ή θα αποφύγουμε (αλγόριθμος των επιθυμιών). Ο Επίκουρος θεωρούσε την πνευµατική ηδονή πολύ πιο σηµαντική από τη σωµατική. Ο νους όχι µόνο µοιράζεται τις ηδονικές αισθήσεις του σώµατος τη στιγµή που τις βιώνει, αλλά αντλεί ευχαρίστηση από την ανάµνηση περασµένων ηδονών και την προσδοκία µελλοντικών.

      Η πνευµατική ηδονή µπορεί να υπερκεράσει τον σωµατικό πόνο. Ο νους µπορεί να προσβληθεί από µη αναγκαίες επιθυµίες, κυρίως την επιθυµία για πλούτη (φιλαργυρία), και την επιθυµία για δύναµη ή για εξουσία και δόξα (φιλοδοξία). Και οι δύο δεν έχουν όριο. Είναι αδύνατον να ικανοποιηθούν, άρα συνεπάγονται πόνο και εποµένως πρέπει να εξαλειφθούν (μάταιες επιθυμίες). Εξ ου και η δήλωση του Επίκουρου «η φτώχια, αν µετρηθεί µε βάση τον φυσικό σκοπό της ζωής, είναι µεγάλος πλούτος», ενώ τα χωρίς όριο πλούτη σηµαίνουν µεγάλη φτώχια". Επίσης έλεγε: «φτώχια δεν είναι να έχεις λίγα αλλά να λαχταράς περισσότερα». Σ΄τμφωνη μ' αυτά και συµβουλή του προς τον Ιδοµενέα: «Αν θες να κάνεις πλούσιο τον Πυθοκλή, µη του δίνεις περισσότερα χρήµατα, περιόρισε τις επιθυµίες του».

      Ο Επίκουρος συµβούλευε τους µαθητές του να απέχουν από τη δηµόσια ζωή (να µείνουν στην αφάνεια) και κατ’ επέκταση την πολιτική (Λάθε βιώσας), γιατί η συµµετοχή στα κοινά, θα προκαλέσει συµβιβασµούς και αντιπαλότητα, µε αποτέλεσµα να τους πληγώσει και κατά συνέπεια να χάσουν την ηρεµία τους και την αταραξία τους. Βέβαια ο δάσκαλος είπε ότι αν κάποιος καίγεται από την επιθυµία ν’ ασχοληθεί µε τα πολιτικά δρώµενα, τότε να το κάνει, γιατί ο πόνος της στέρησης θα είναι µεγαλύτερος από αυτόν της ενασχόλησης.

      Ο ∆ιογένης Λαέρτιος ισχυρίζεται πώς όλα όσα αρνητικά λέχθηκαν για τον Επίκουρο ήταν συκοφαντίες, διότι ήταν άνθρωπος απλός και λιτός, δεν έπινε, δεν ανακατευόταν στην πολιτική, αγαπούσε την πατρίδα του και σεβόταν τους Θεούς. ∆εν υποχρέωνε, όπως ο Πυθαγόρας, τους φίλους του να εισφέρουν τις περιουσίες τους στη σχολή. Επίσης, διαψεύδει ότι ο Επίκουρος κατηγορούσε και λοιδορούσε όλους τους σύγχρονους και τους παλαιότερους φιλοσόφους, όπως τον ∆ηµόκριτο. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Επίκουρος τιµούσε τον ∆ηµόκριτο, γιατί είχε αγγίξει πριν από τον ίδιο την ορθή γνώση, και ότι το σύνολο της διδασκαλίας του είχε ονοµαστεί ∆ηµοκρίτειο, επειδή ο ∆ηµόκριτος βρήκε τις πρώτες αρχές της φυσικής φιλοσοφίας. Ο ιδρυτής του Κήπου πίστευε πως η θεωρητική ενασχόληση (φιλοσοφία) δεν είχε σκοπό την αύξηση των γνώσεων αλλά την εξυπηρέτηση της ευδαίµονος ζωής. Ευδαίµων ζωή δεν είναι η θεωρητικά ενάρετη ζωή αλλά εκείνη που συνεπάγεται µείωση του πόνου, κατασίγαση της ανησυχίας και της ταραχής και γαλήνευση της ψυχής.

      Οι απόψεις του Επίκουρου για την ψυχή και ξεχωριστά για την µελλοντική της τύχη έκαναν βαθιά εντύπωση στη µορφωµένη τάξη του ελληνορωµαϊκού κόσµου, χαιρετίστηκαν µε ανακούφιση σαν η τελευταία λέξη της επιστήµης. Ο Ρωµαίος πατρίκιος, ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος έψαλε µε θέρµη τα διδάγµατα του Έλληνα σοφού, του πρώτου θνητού που τόλµησε ν’ αντικρίσει το µυστήριο της σκοτεινής και απειλητικής θρησκείας και έµαθε τους ανθρώπους να µη φοβούνται τους θεούς και να καταφρονούν το θάνατο.

      Ο Επίκουρος ήταν γόνιµος συγγραφέας. Ο ∆ιογένης Λαέρτιος αναφέρει σαράντα ένα τίτλους, των καλύτερων βιβλίων του Επίκουρου, µε κυριότερο το «Περί φύσεως», που περιελάµβανε 37 βιβλία. Επίσης αναφέρει πως τα συγγράµµατά του κάλυπταν τριακόσιους κυλίνδρους και ότι ξεπέρασε κατά πολύ όλους τους προηγούµενους συγγραφείς.

      Τις πληροφορίες που αφορούν τις λεπτοµέρειες της φιλοσοφίας του Επίκουρου, τις αντλούµε σε µεγάλο βαθµό από δευτερεύουσες πηγές. Τα πρωτότυπα έργα του χάθηκαν εξ αιτίας της αντίθεσής τους µε τον χριστιανισµό και την κάθε είδους εξουσία. Η πιο σηµαντική από αυτές είναι ο ρωµαίος ποιητής Λουκρήτιος, που έγραψε δύο αιώνες µετά τον Επίκουρο το ποίηµα "De rerum natura" (Για τη φύση των πραγµάτων). Ένα µεγαλόπνοο έργο, που γράφτηκε πριν από την Αινειάδα και τη συναγωνίζεται ως λογοτεχνικό αριστούργηµα. Τα έξι βιβλία του ποιήµατος εκθέτουν µε πολλές λεπτοµέρειες τα επικούρεια επιχειρήµατα που αφορούν τα βασικά συστατικά των πραγµάτων, την κίνηση των ατόµων, τη δοµή του σώµατος και του νου, τις αιτίες και τη φύση της αίσθησης και της σκέψης, την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισµού και τα φυσικά φαινόµενα.

      Οι καλύτερες δευτερεύουσες πηγές, µετά τον Λουκρήτιο, είναι ο ∆ιογένης Λαέρτιος, που διέσωσε τρεις επιστολές του Επίκουρου. Οι δύο πρώτες προς τον επικούρειο Ηρόδοτο και προς Πυθόκλη αφορούν την φυσική φιλοσοφία, δηλαδή τη σύσταση του κόσµου, την αιτιολογία των φυσικών φαινοµένων, και την ύπαρξη των θεών καθώς και για τα µετέωρα. Η τρίτη επιστολή προς Μενοικέα είναι µία επιτοµή της ηθικής φιλοσοφίας του Επίκουρου. Ο Διογένης Λαέρτιος διέσωσε και τις «Κύριες ∆όξες» που είναι οι συµβουλές του δάσκαλου, απλές και κατανοητές στις πλατιές µάζες, για την απόκτηση µιας ευτυχισµένης ζωής.

      Άλλες πηγές αποτελούν ο Κικέρων, ο Σενέκας και ο Πλούταρχος. Οι πλατωνικοί Κικέρων και Πλούταρχος ένοιωθαν µεγάλη αντιπάθεια για την Επικούρεια φιλοσοφία και η κριτική τους είναι ενδιαφέρουσα για την κατανόηση της εχθρικής υποδοχής που συναντούσε συχνά ο Κήπος. Ο Σενέκας, µολονότι στωικός, τελειώνει τις περισσότερες από τις «Ηθικές επιστολές» του µε ένα επικούρειο γνωµικό.

      Ο σκεπτικός Σέξτος Εµπειρικός, που ένιωθε ότι βρισκόταν πιο κοντά στην Επικούρεια φιλοσοφία από ότι στις άλλες δογµατικές φιλοσοφικές σχολές, πρόσφερε ένα χρήσιµο συµπλήρωµα στην γνώση µας για τον επικούρειο εµπειρισµό. Τέλος, έχουµε σηµαντικά αποσπάσµατα από την τεράστια πέτρινη επιγραφή του Επικούρειου ∆ιογένη Οινοανδέα και από τους "καμμένους" από τη λάβα του Βεζούβιου πάπυρους του Φιλόδημου της «βίλας των παπύρων» του Ερκουλάνο της Ιταλίας, που δεν έχει ολοκληρωθεί η ανάγνωσή τους.

      Η Επικούρεια φιλοσοφία έγινε γνωστή τον µεσαίωνα µέσω του Κικέρωνα και των πατέρων της Εκκλησίας µε την αρνητική τους στάση και την πολεµική εναντίον του Επίκουρου. Ειδικότερα τον Μεσαίωνα και τα πρώτα χρόνια της Αναγέννησης το να είναι κάποιος Επικούρειος σήµαινε ότι απέρριπτε την θεία πρόνοια και την αθανασία της ψυχής.

       Στη σύγχρονη εποχή η επικούρεια φιλοσοφία βρίσκει τη δικαίωσή της. Ο Βολτέρος µίλησε µε µεγάλη συµπάθεια για την Επικούρεια φιλοσοφία, αφού είπε τα εξής: «Ο Επίκουρος υπήρξε για την εποχή του µέγας άνθρωπος. Είδε εκείνο το οποίο ο Καρτέσιος έθετε υπό αµφισβήτηση, αλλά το δέχθηκε ο Γκασσεντί και το απέδειξε ο Νεύτων, ότι δηλαδή δεν µπορεί να υπάρχει κίνηση αν δεν υπάρχει κενός χώρος».

   Πολύ θερμά μιλούν για τον Επίκουρο και τη φιλοσοφία του και ο Νίτσε και ο Μαρξ. Ο Τόμας Τζέφερσον, συντάκτης της Διακήρυξης της ανεξαρτησίας των Η.Π.Α. δήλωσε επικούρειος. Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι βασίζονται άμεσα στον Επίκουρο. Ο διάσημος καθηγητής ψυχιατρικής και συγγραφέας Ίρβινγκ Γιάλομ αναγνωρίζει τον Επίκουρο ως τον πρώτο υπαρξιακό ψυχοθεραπευτή.

      Ανακεφαλαιώνοντας, θα λέγαµε ότι, η ευτυχία έγκειται στην ηρεµία του νου. Οι πρωταρχικές προϋποθέσεις για την πνευµατική γαλήνη είναι ο έλεγχος των επιθυµιών και η αποδέσµευση από τα πλούτη και τις τιµές και µια ακλόνητη αυτοπεποίθηση όσον αφορά τους θεούς, τον πόνο και τον θάνατο. Αυτή η αυτοπεποίθηση µπορεί να επιτευχθεί µόνο µε την ακριβή γνώση της φύσης του κόσµου, και τις αιτίες των φαινοµένων, δηλαδή ότι η ουσία του κόσµου είναι υλική και όλα γίνονται σύµφωνα µε µηχανικούς νόµους (φυσικά αίτια) και τυχαία συμβάντα. Όσοι αυτό δεν το ένοιωσαν, κι αν ακόµη είναι εξαίρετοι επιστήµονες και σοφοί στις λεπτοµέρειες, δεν διαφέρουν από τον όχλο που βασανίζεται από δεισιδαιµονίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου